Το σκαφοειδές οστό, είναι ένα από τα οχτώ οστά τα οποία αποτελούν τον καρπό και η διάγνωση του συνήθως δεν είναι έγκαιρη, δεδομένου ότι στις αρχικές ακτινογραφίες μπορεί να μην φανεί.
Η κάκωση του σκαφοειδούς, γίνεται συνήθως μετά από πτώση πάνω στον καρπό ενώ αυτός βρίσκεται σε έκταση και η συχνότητα του κατάγματος είναι περίπου 70% των καταγμάτων των οστών του καρπού.
Η ιδιαιτερότητα που παρουσιάζει η κάκωση αυτή, λόγω του ότι μπορεί να μη φανεί στις αρχικές ακτινογραφίες, απαιτεί άμεση ακινητοποίηση του καρπού. Η θεραπεία του κατάγματος χωρίς παρεκτόπιση, είναι συντηρητική με ακινητοποίηση με γύψο για 6-8 εβδομάδες. Στα κατάγματα τα οποία παρουσιάζουν παρετόπιση πέραν των δύο χιλιοστών, η αντιμετώπιση είναι χειρουργική με την τοποθέτηση βίδας. Αυτό γίνεται για την αποφυγή ψευδάρθρωσης λόγω της μη πώρωσης του κατάγματος.
Μετά τη χειρουργική επέμβαση και την ακινητοποίηση του καρπού, γίνεται παρέμβαση από φυσικοθεραπευτή, με τη βοήθεια του οποίου θα επανακτηθεί το πλήρες εύρος κίνησης του καρπού, η σταθεροποίηση της άρθρωσης και η ενδυνάμωση των μυών που περιβάλλουν τον καρπό.
Είναι πολύ σημαντικό να γίνει έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση του τραυματισμού, για να αποφευχθούν οι περαιτέρω επιπλοκές, που εκτός από την ψευδάρθρωση λόγω μη πώρωσης, μπορεί να προκληθεί αρθρίτιδα στην άρθρωση αλλά και οστεονέκρωση. Στην περίπτωση αυτή η αντιμετώπιση θα είναι πολύ πιο δύσκολη και χρονοβόρα.